Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΛΟΥΚΑ

Αναζητώντας το θαύµα σήµερα
∆ύο θαυµατουργικές επεµβάσεις, οι οποίες αποκάλυψαν τα µεγαλεία του Θεού, αγαπητοί µου αδελφοί, διέσωσε το Ευαγγελικό ανάγνωσµα, που ακούσαµε στη σηµερινή Θεία Λειτουργία. Ο Κύριός µας, πορευόµενος εν µέσω µεγάλου πλήθους, έρχεται αντιµέτωπος µε έναν τραγικό πατέρα, έναν Ιουδαίο άρχοντα, ο οποίος γονατίζει ενώπιόν Του και τον παρακαλεί να έρθει στο σπίτι του, γιατί πεθαίνει το µονάκριβο κορίτσι του.
Και ενώ πήραν το δρόµο για το σπίτι του, συνθλιβόµενος ο Κύριος από το πλήθος των ανθρώπων, ένιωσε ένα ιδιαίτερο άγγιγµα. Επρόκειτο για µία γυναίκα η οποία από την παιδική της ηλικία, έπασχε από αιµορραγία. Μη θέλοντας να ενοχλήσει το Χριστό και να ανακόψει την πορεία Του, προσπάθησε να Τον πλησιάσει και να αγγίξει έστω την άκρη από το ιµάτιό Του. Και µόλις το έκανε, θεραπεύτηκε. Και ο Χριστός αναρωτήθηκε: «ποιος µε άγγιξε;». Οι µαθητές Του απόρησαν: «τόσος κόσµος σε συνθλίβει και συ ρωτάς ποιος µε άγγιξε;». Κι εκείνος τους είπε «κι όµως, ένιωσα να βγαίνει από µέσα µου µία δύναµη». Και τότε αποκαλύφθηκε η γυναίκα, οµολόγησε ότι εκείνη άγγιξε το Χριστό, µε πίστη, ζητώντας τη θεραπεία. Και την λύτρωσε, επαινώντας την πίστη της. Και όσο γινόντουσαν αυτά, ένας δούλος του Ιουδαίου άρχοντα ήρθε και τους είπε ότι δεν υπάρχει λόγος να ενοχληθεί περαιτέρω ο Χριστός, καθώς το µικρό κορίτσι πέθανε. Η είδηση αυτή, όµως, δεν ανέκοψε την δύναµη του Θεού, ο Χριστός τους είπε να έχουν πίστη. Έφθασαν στο σπίτι, εισήλθε στο δωµάτιο του παιδιού, έπιασε το χέρι του και την ανέστησε εκ των νεκρών.

∆ύο περιπτώσεις ξεχωριστές, δύο θαύµατα ξεχωριστά. Ο ένας ήταν άρχοντας. ∆ε δίστασε να αφήσει στην άκρη την ιδιότητά του, να εγκαταλείψει το αξίωµά του, να ταπεινωθεί ενώπιον του Χριστού, αλλά και των ανθρώπων και να πέσει στα γόνατα αναζητώντας το θαύµα. Από την άλλη, µία γυναίκα του λαού, που διστάζει να πλησιάσει το Χριστό και έχει πίστη βαθύτατη, ότι απλά αγγίζοντάς Τον θα βιώσει κι εκείνη το θαύµα. Και στις δύο περιπτώσεις βλέπουµε ανθρώπους, οι οποίοι, µε απόλυτη εµπιστοσύνη στη δύναµη του Θεού Τον πλησιάζουν προσδοκώντας τη σωτηρία. Και αυτή η σωτηρία παρέχεται πλουσιοπάροχα από το Χριστό.
Θα προσπαθήσουµε να µεταφέρουµε αυτή την εικόνα στην εποχή µας. Ζούµε σε µια εποχή, η οποία δεν διαφέρει και πολύ από εκείνη. Είναι µία εποχή στην οποία επικρατεί ατµόσφαιρα θανατερής αποσύνθεσης και αποφοράς, που είναι καρπός µίας διαχρονικής αιµορραγίας σε όλα τα επίπεδα, στο πολιτιστικό, στο πνευµατικό, στο πολιτικό, στο εκπαιδευτικό, στο οικονοµικό. Όλα αυτά τα πεδία της κοινωνικής ζωής, στην οποία όλοι συµµετέχουµε, αιµορραγούν, τα τελευταία χρόνια, στον τόπο µας και έχουν δηµιουργήσει µία ατµόσφαιρα θανατερή, µία ατµόσφαιρα απελπισίας και απόγνωσης την οποία όλοι ζούµε και την περιγράφουµε ως ατµόσφαιρα µεγάλης και βαθιάς κρίσης.
Και θα περίµενε κανείς, όπως οι δύο αυτοί άνθρωποι που εκπροσωπούν δύο διαφορετικούς κόσµους την εποχή εκείνη, τους άρχοντες και το λαό, θα περίµενε κανείς και στην εποχή µας να συµβαίνει το ίδιο. Και οι άρχοντες και ο λαός να προσερχόµαστε στο Χριστό, αποζητώντας το θαύµα, αποζητώντας τη σωτηρία, που ζήτησαν και βρήκαν εκείνοι οι άνθρωποι. Αλλά, βλέπετε, οι άρχοντές µας, όλων των αποχρώσεων, αναζητούν τη σωτηρία σε ανθρώπινα συστήµατα, επενδύουν σε ανθρώπινες εξωγενείς και ενδογενείς δυνάµεις. Νοµίζουν ότι, στηριζόµενοι στις ανθρώπινες ικανότητες, µπορούµε να ξεφύγουµε απ’ αυτή την θανατερή ατµόσφαιρα, να βγούµε στην επιφάνεια και να σωθούµε. Ενώ θα περίµενε κανείς να κάνουν αυτό που έκανε ο άρχοντας εκείνης της εποχής, να πέσουν στα γόνατα και να παρακαλέσουν το Θεό. Αλλά, όπως βλέπουµε, δεν είναι ανάµεσά µας. Όσο κι αν ψάξουµε να τους βρούµε σήµερα και άλλοτε, δεν θα τους βρούµε. Κανείς δεν δέχεται να συγχρωτιστεί µε το λαό την ώρα της κοινής Λατρείας, να γονατίσει ενώπιον του Θεού και να πει: «Θεέ µου, βοήθησέ µε. Πανάγιο Πνεύµα φώτισέ µε, πώς πρέπει να ενεργήσω. Έχω µια µεγάλη ευθύνη, να βγάλω τη χώρα από την περιπέτεια, το λαό µας από την απελπισία. Μόνοι µας δε µπορούµε, δώσε µας δύναµη, βοήθησέ µας, φώτισέ µας, σώσε µας!». Κανείς δε το κάνει, κανείς δεν Τον επικαλείται κι αν υπάρξουν κάποιες µεµονωµένες περιπτώσεις, σπάνιες, αλλά υπαρκτές, γνωρίζουν τη λοιδορία και την απαξίωση από τους δήθεν προοδευτικούς συναδέλφους τους.
Αλλά, µήπως εµείς που απαρτίζουµε το λαό φερόµαστε διαφορετικά; Μιµούµαστε την απλή γυναίκα του λαού της περικοπής, η οποία µε προσδοκία και πίστη θέλησε απλώς ν’ αγγίξει το Χριστό για να γευθεί τη σωτηρία; Βλέπουµε, ότι κι εµείς οι απλοί άνθρωποι, πολλές φορές παρασυρόµαστε απ’ όλη την προπαγάνδα γύρω από την Εκκλησία, απ’ όλη την απαξίωση που επιχειρείται από τις δυνάµεις και τα συστήµατα του κόσµου, που αρνούνται και πολεµούν την Εκκλησία, που Την θεωρούν ένα σωµατείο κοινωνικής προσφοράς και όχι θεραπευτήριο ψυχών, στο οποίο µπορούµε να καταφύγουµε για να βρούµε την προσωπική, αλλά και την γενικότερη σωτηρία µας. Κι έτσι αποτύχαµε και βιώνουµε την θανατερή κατάσταση της εποχής µας.

Αποδεικνύεται, τελικά, αγαπητοί µου, ότι οι άνθρωποι πήραµε λάθος δρόµο, κάναµε λάθος επιλογές και δεν είναι κακό να το παραδεχτούµε. Αντιθέτως, πρέπει να ταπεινωθούµε, να νιώσουµε ότι βαδίσαµε µόνοι µας, απαρνούµενοι το Θεό, µη πιστεύοντας σ’ Αυτόν ουσιαστικά και έτσι φθάσαµε στο τέλµα, τα κάναµε όλα λάθος. ∆εν είναι κακό κανείς να παραδέχεται τα λάθη του και ν’ αλλάζει πορεία, να ξεκινάει από την αρχή, έχοντας, πλέον, ως βάση και ασφαλή πορεία ζωής τον Ιησού Χριστό και το θέληµά Του. Αυτό οφείλουµε να κάνουµε, άρχοντες και αρχόµενοι, λαός και εξουσία, αν θέλουµε να πετύχουµε το θαύµα και να βρούµε τη σωτηρία. Ο Χριστός είναι πάντοτε εδώ, µας περιµένει, δεν επεµβαίνει αν δε το ζητήσουµε, γιατί σέβεται την ελευθερία µας. Είναι εδώ και µας περιµένει, αρκεί να Του το ζητήσουµε και τότε το θαύµα, να είµαστε βέβαιοι ότι µπορεί να γίνει πραγµατικότητα. ΑΜΗΝ!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου