Δευτέρα 4 Μαΐου 2009

Ισαπόστολοι: H Ιστορία του Ναού μας.

Image Hosted by ImageShack.us


Ὅταν στὶς 2 Ἰουλίου τοῦ 1878 ὁ Δήμαρχος τοῦ Πειραιᾶ Τρύφωνας Μουτζόπουλος τοποθετοῦσε τὸν θεμέλιο λίθο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης Πειραιῶς, ἡ πόλη τοῦ Πειραιᾶ εἶχε κιόλας 40 χρόνια ἱστορίας. Τὸ τοπίο δὲ θύμιζε τίποτε ἀπὸ τὸ ἐρειπωμένο μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα μὲ τὰ γύρω βοσκοτόπια στὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1820. Ὁ Πειραιᾶς ἐξελισσόταν πλέον μὲ ραγδαίους ρυθμοὺς σὲ μια πόλη ἀναπτυσσόμενη οἰκονομικά, ἐμπορικά, βιομηχανικὰ καὶ πληθυσμιακά.

Μεταξὺ 1836 καὶ 1896, διαπιστώνεται αὔξηση τοῦ πληθυσμοῦ ἀπὸ 1071 κατοίκους τὸ 1836 σὲ 51.020 κατοίκους τὸ 1896, 50.00 κατοίκους σὲ 60 χρόνια. Ἔτσι ὁ Ναὸς ἀνεγέρθηκε ὥστε νὰ καλύψει τὶς ἀνάγκες τῆς πληθυσμιακὰ ἀναπτυσσόμενης πόλης.

Ὁ Ναὸς χτίστηκε σὲ οἰκόπεδα τοῦ Χιώτη ἐμπόρου Ἡλία Βάβουλα. Οἱ συνθῆκες δὲν ἦταν ὁμαλὲς εξαιτίας τῆς διαμάχης μεταξὺ τῶν κληρονόμων του καὶ τοῦ Δήμου τοῦ Πειραιᾶ, ὅμως μετὰ ἀπὸ μακροχρόνιες ἀντιδικίες βρέθηκε συμβιβασμὸς τὸν Μάιο τοῦ 1883, χάρη στὶς ἐνέργειες τοῦ Δημάρχου Τρύφωνος Μουτζόπουλου.

Οἱ ἐργασίες ἀνοικοδόμησης ὁλοκληρώθηκαν τὸ 1882, ἐνῶ τὰ ἐγκαίνια ἔγιναν τὸ 1887. Ἀρχικὰ τὰ ἔγγραφα ἀναφέρουν τὸ Ναὸ ὡς « νέα Ἐκκλησία ἐπὶ τῆς πλατείας Κοραῆ» καὶ μόλις τὸ 1883 φαίνεται γιὰ πρώτη φορὰ νὰ ὀνοματοδοτεῖται πρός τιμήν τοῦ αὐτοκράτορα Μεγάλου Κωνσταντίνου καὶ τῆς Ἁγίας Ἑλένης, ποὺ σταμάτησαν νὰ κτίζουν ἀρένες στὶς ὁποῖες σκοτώνονταν ἄνθρωποι καὶ ἄρχισαν νὰ κτίζουν Ἐκκλησίες μέσα στὶς ὁποῖες σώζονται ἄνθρωποι.

Ὁ λόφος μεταξὺ τοῦ κεντρικοῦ λιμένα καὶ τοῦ λιμανιοῦ τῆς Ζέας (Πασαλιμάνι) στὸν ὁποῖο οἰκοδομήθηκε ὁ Ναὸς, μαζὶ μὲ τὸ Δημοτικὸ Θέατρο καὶ τὰ γύρω διδακτήρια ἀποτελούσαν γιὰ χρόνια τὸ κέντρο τοῦ Πειραιᾶ καὶ δεῖγμα τῆς δύναμης καὶ τοῦ κύρους τῆς νέας πόλης. Τὰ κτήρια αὐτὰ συγκέντρωναν τὰ βλέμματα τῶν ταξιδιωτῶν ὅταν πλησίαζαν τὸ λιμάνι μέχρι ποὺ κρύφτηκαν ἀπὸ ἄλλα οἰκοδομήματα, ἐξ αἰτίας τῆς ἄναρχης ἀνοικοδόμησης τῶν μετέπειτα χρόνων.

Ὁ Ναὸς τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους καὶ ὡραιότερους ναοὺς τοῦ Πειραιᾶ. Ἔχει χωρητικότητα 1200 ατόμων, καὶ τὸ σχέδιο του μὲ τὰ ἐπιβλητικὰ κωδωνοστάσια καὶ τὸν ψηλὸ τροῦλο θυμίζει πολὺ τὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῆς Ἀθήνας. Κτίστηκε μὲ σχέδια τοῦ ἀρχιτέκτονα Ἰωάννη Λαζαρίμου, μὲ μηχανικὸ τὸν Παναγιώτη Ζίζηλα, σὲ περιοχὴ ἡ ὁποῖα εἶχε δοθεῖ σὲ Χιῶτες ποὺ ἐγκαταστάθηκαν στὸν Πειραιᾶ τὸ 1835. Μάλιστα ἡ ὁδὸς Ἁγίου Κωνσταντίνου ἀποτελοῦσε παλαιότερα τὴν Χιακὴ Πλατεία.

Ὁ ἀρχιτέκτονας Ἰωάννης Λαζαρίμος μὲ σπουδὲς στὸ Παρίσι καὶ τὸ Μόναχο ἀνέλαβε λίγο ἀργότερα τὸν Ἅγιο Νικόλαο καὶ τό Δημοτικό Θεάτρο τοῦ Πειραιᾶ, Σχεδίασε ταὸν Ναὸ βασισμένος στὸν βυζαντινὸ ρυθμὸ τῆς σταυροειδοῦς βασιλικῆς μὲ τροῦλλο, ὡστόσο ἔδωσε καὶ γραμμὲς νεοκλασικισμοῦ στὸ οἰκοδόμημα, τάση ποὺ κυριαρχοῦσε τὴν ἐποχὴ ἐκείνη στὴν Δυτικὴ Εὐρώπη καὶ ἐπηρέασε καὶ τὸν Ἑλλαδικὸ χῶρο.

Πολλοὶ ἀξιόλογοι ἁγιογράφοι, μαρμαρογλύπτες καὶ ἄλλοι καλλιτέχνες διακόσμησαν τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ Ναοῦ. Ἡ ἁγιογράφηση πραγματοποιήθηκε σταδιακὰ ἐπὶ δημαρχίας Θεόδωρου Ρετσίνα (1887-1891), ἀλλὰ καὶ ἀργότερα. Κατὰ καιροὺς ἁγιογράφησαν οἱ: Δροσόπουλος, Κ. Πρινόπουλος, Β. Κόττας, Δ. Γεωργαντᾶς, Πολυχρόνης Λεμπέσης, Κ. Λιβαδᾶς, Κ. Ἀρτέμης καὶ Π. Μπάτας. Ἀκολούθησαν καὶ αὐτοὶ τὴν δυτικοευρωπαϊκὴ τεχνοτροπία, δίδοντας ἕνα νατουραλιστικὸ ὕφος στὰ ἔργα τους. Ὁ σημαντικότερος ἁγιογράφος τοῦ Ναοῦ ἦταν ὁ Πολυχρόνης Λεμπέσης εἶχε σπουδάσει στὴ Σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν τοῦ Μονάχου καὶ ἀναδείχθηκε σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς αξιολογότερους Ἕλληνες ζωγράφους.

Σπουδαῖο εἶναι καὶ τὸ πνευματικὸ ἔργο τῶν εὐλαβῶν λευιτῶν, ποὺ στήριξαν ἀνθρώπους, ἄκουσαν τὸν πόνο τους, ἀνέλαβαν εὐθύνες καὶ βάρη, ὕψωσαν τὰ χέρια τους στὸ θυσιαστήριο. Οἱ ἱερεὶς καὶ οἱ διάκονοι ποὺ διακόνησαν τὸν Ναὸ εἶναι: ἀρχιμ. Ἰερεμίας Βλαχάκης, πρωτ. Ἀνδρέας Οἰκονόμου, σακελλάριος Δημήτριος Παππαδάκης, οἰκονόμος Δημήτριος Παππαδάκης, πρωτ. Βασίλειος Ἀθανάσίου, πρωτ. Δημήτριος Παΐλης, πρωτ. Θεόδωρος Λογοθέτης, πρωτ. Θεόδωρος Παπασωτηρίου, πρωτ. Γεώργιος Πυρουνάκης, ἀρχιμ. Νεόφυτος Σταματιάδης, πρωτ. Ἐμμανουὴλ Χατζηανδρέου, οἰκονόμος Κωνσταντῖνος Χιονῆς, πρωτ. Νικόλαος Ζολώτας, ἀρχιμ. Θεόκλητος Σφήνας μετέπειτα Μητροπολίτης Γρεβενῶν, ἀρχιμ. Γεώργιος Σιγάλας νῦν Μητροπολίτης Γρεβενῶν, πρωτ. Σωτήριος Κασσίλος, πρωτ. Μιχαὴλ Φερούσης, πρωτ. Γεώργιος Βαλλιάνος, ἀρχιμ. Θεοδόσιος Φραγκιάδης, ἀρχιμ. Δωρόθεος Λιγνός, ἀρχιμ. Πολύκαρπος Κοροβέσης, ἱερομ. Ἰοβιανὸς Λαυρακάς, πρωτ. Δημήτριος Μαρκάτης, ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Κοντογιάννης ἡγούμενος τῆς Μονῆς Πεντέλης, ἀρχιμ. Συνέσιος Ἀναστασίου, πρωτ. Ἰωάννης Παπαδημητρίου, πρωτ. Ἀντώνιος Μάρκαρης, πρωτ. Γεώργιος Καλαπανίδας, ἀρχιμ. Χριστοφόρος Παπαδόπουλος μετέπειτα ἡγουμενος τῆς Μονῆς Πετράκη, πρωτ. Δημήτριος Μαραγκουδάκης, ἀρχιμ. Ἰερεμίας Φούντας μετέπειτα Μητροπολίτης Γόρτυνος καὶ Μεγαλοπόλεως. Διάκονοι: Δωρόθεος Φλέγκας, Γερμανὸς Τζερέφος, Δωρόθεος Δολέγκας, Εἰρηναῖος Λοράνδος, Ἰωάσαφ Χάνος, Θεόκλητος Καντάρης, Νεόφυτος Χαροντάκης, Νικόλαος Ζορμπᾶς, Γεώργιος Καλαμάρης, Γεώργιος Καλαμάρης, Ἐμμανουὴλ Λαλαΐτης, Νίκανδρος Καρακωστόπουλος, Τίτος Μπουρλάκης, Χρῖστος Χριστοδούλου. Σήμερα διακονοῦν τὸν Ναὸ οἱ: πρωτ. Ἰωάννης Παναγιώτου,πρωτ. Χρῖστος Χριστοδούλου, πρωτ. Ἀντώνιος Φύτρος, διακ. Γεώργιος Θεοχάρης.

Ψάλτες που διακόνησαν τὰ ἀναλόγια τοῦ Ναοῦ εἶναι οἱ: Χρῖστος Μίγκας, Κωνσταντῖνος Βενιζέλος, Γεώργιος Πόμενας, Νικόλαος Βλαχόπουλος, Ρουσουνέλος, Παναγιώτης Δουκάκης, Μιχαὴλ Μαζοκοτάκης, Γεώργιος Ἀσημακόπουλος, Γρηγόριος Βαλληνδράς, Νικόλαος Νικολαΐδης, Ἰωάννης Βαλαδάκης, Ἰωάννης Παναγιωτόπουλος ἤ Κοῦρος, Γεώργιος Κλειδᾶς, Μηνὰς Μηναΐδης, Ἀπόστολος Βαλληνδράς ,Δημήτριος Βεργιάννης, Κωστόπουλος Παναγιώτης, Ἡλίας Σερασκέρης, Ἀθανάσιος Πέτας, Μαυραγάνης Διαμαντῆς, Φώτης Δαλαλίδης, Γεώργιος Κυριαζάνος. Σήμερα ψάλλουν οἱ ἀξιόλογοι ἱεροψάλτες Σπυρίδων Παυλάκης καί Λάζαρος Κουμεντάκης.

Τὰ πολλὰ ἀναθήματα ποὺ ὑπάρχουν μαρτυροῦν τὴ ζωντανὴ παρουσία τῶν Ἁγίων. Οἱ προσφορὲς προσκυνηταριῶν καὶ ἄλλων κατασκευῶν ἀπὸ συλλόγους (Χιῶτες, Κρῆτες κλπ), συντεχνίες (ἔμποροι, τεχνῖτες) καὶ ἰδιῶτες φανερώνουν ὅτι πολλοὶ πιστοὶ ἐπικαλούνταν καὶ εἴχαν προστάτες τοὺς Ἁγίους.

Παράλληλα, ἡ ἐνορία τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης στήριξε καὶ ὑλικὰ τοὺς ἀναξιοπαθοῦντες κάθε ἐποχῆς μὲ ὅλα τά μέσα, τόσο στὰ δύσκολα χρόνια μετὰ τὴν Μικρασιατικὴ καταστροφὴ τὸ 1922, ὅταν τὸ λιμάνι τοῦ Πειραιᾶ γέμισε μὲ 30.000 πρόσφυγες ἀπὸ τοὺς ὁποίους οἱ 17.000 ἔμειναν γιὰ ἀρκετὸ καιρὸ ἄστεγοι, ὅσο καὶ κατὰ τὴν Γερμανικὴ Κατοχή.

Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος κατὰ τὸ ἔτος 1934 λειτούργησε ὡς τὸ πρῶτο διδακτήριο τοῦ Νυκτερινοῦ Γυμνασίου.

Μετὰ τὸν βομβαρδισμὸ τοῦ λιμανιοῦ στὶς 11 Ἰανουαρίου τοῦ 1944 καὶ τὴν κατάρρευση τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Τριάδος, φιλοξένησε κάτω άπὸ τοὺς θόλους του τὰ ἱερὰ σκεύη, τὶς ἅγιες εἰκόνες καὶ τὰ τίμια λείψανα ποὺ φυλάσσονταν στὸν καθεδρικὸ Ναό. Ἀπὸ τότε ὁ Ναὸς τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης ἔγινε δυο φορὲς Καθεδρικὸς Ναὸς τοῦ Πειραιᾶ καὶ ἐκεῖ τελούνταν οἱ μεγάλες ἐθνικὲς ἑορτὲς τῆς 25ης Μαρτίου καὶ τῆς 28ης Οκτωβρίου.
Ὁ ναὸς ἔχει πέντε παρεκκλήσια ἀφιερωμένα: στὸν ἅγιο Λουκᾶ Συμφερουπόλεως τὸν ἰατρό (Πνευματικὸ Κέντρο), στὸν ὅσιο Παρθένιο ἐπίσκοπο Λαμψάκου (γυναικωνίτης), στὸν ἅγιο Στυλιανό (γυναικωνίτης), στὸν ἅγιο Ἀθανάσιο (δεξιὸ κλίτος), στὸν ἅγιο Δημήτριο (ἀριστερὸ κλίτος). Στὸ σκευοφυλάκιο τοῦ Ναοῦ φυλάσσονται τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου τοῦ Ὑδραίου, τοῦ ἁγίου Λουκᾶ Συμφερουπόλεως τοῦ ἰατροῦ, καθὼς καὶ μικρὸ τεμάχιο Τιμίου Ξύλου

Τὸ 1996 ἀγοράστηκε ἕνα νεοκλασικό οἴκημα στὴν ὁδὸ Εὐριπίδου 93, τὸ ὁποῖο χρησιμοποιεῖται ὡς Πνευματικὸ Κεντρο καὶ στεγάζει τὰ κατηχητικὰ σχολεία καὶ ἄλλες δραστηριότητες, ἐνῶ καθημερινὰ σ’ αὐτὸ σιτίζονται δεκάδες ἄποροι ἀδελφοί μας.

Δυστυχῶς, ὁ φθοροποιὸς χρόνος ἔχει ἀφήσει τὰ σημάδια του στὴν Ἐκκλησία. Οἱ σεισμοὶ τῶν ἐτῶν 1981, 1997, 2008 ἔχουν πλήξει τὸ ναὸ μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ὑπάρχουν πολλὲς ρηγματώσεις στοὺς θόλους καὶ τὸν τροῦλο καὶ νὰ χρειάζεται ἄμεση ἀποκατάσταση. Γι’ αὐτὸ τὸν σκοπὸ γίνονται πολλὲς καὶ ἄοκνες προσπάθειες, ὥστε νὰ συγκεντρωθοῦν τὰ χρήματα ποὺ θὰ διατηρήσουν αὐτὸ τὸ στολίδι τῆς πόλης τοῦ Πειραιᾶ γιὰ πολλὰ ἀκόμη χρόνια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου