Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ

Αγίου Μεγαλομάρτυρος Ιακώβου του Πέρσου
Η δύναμη της μετανοίας
Η ιστορία του σήμερα εορταζομένου Αγίου Ιακώβου του Πέρσου, αδελφοί μου, δεν είναι συνηθισμένη. Είναι, όμως, πολύ ενδιαφέρουσα. Πρόκειται για έναν Μάρτυρα της πίστεως, ο οποίος έζησε τον 5ο αιώνα στην Περσία και, ενώ είχε γεννηθεί σε Χριστιανική οικογένεια και ανατραφεί σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, εντούτοις δε δίστασε να αρνηθεί την πίστη στον Χριστό και να υποταχθεί στην απάτη των ειδώλων. Η πνευματική αυτή τύφλωση που υπέστη ο Ιάκωβος ήταν καρπός της δόξας, του πλούτου και των τιμών, με τις οποίες τον περιέβαλε ο Πέρσης Βασιλιάς Βαχράμ ο Ε΄, προκειμένου να ασπασθεί τη ειδωλολατρική θρησκεία. Σύμφωνα με τον ιερό Συναξαριστή «όταν το έμαθαν η μητέρα και η γυναίκα του, του έστειλαν μία επιστολή με την οποία τον πληροφορούσαν ότι δεν τους συνέδεε πια τίποτε, αφού είχε προτιμήσει την πρόσκαιρη δόξα από την αγάπη του Χριστού και την επαγγελία των ουρανίων αγαθών. Τα λόγια αυτά συνετάραξαν τον Ιάκωβο και συνερχόμενος όπως και από μέθη, έκλαυσε πικρά για το αμάρτημά του και άλλαξε ριζικά στάση απέναντι στον βασιλέα. Ομολόγησε δημόσια το σφάλμα του και διακήρυξε παντού ότι ήταν μαθητής του Σωτήρος που σταυρώθηκε για την σωτηρία μας. Δεν είχε πια παρά μόνον μία επιθυμία: να συμμερισθεί τον ζωοποιό τούτο θάνατο για να βρει μια θέση πλησίον του Θεού…». Η επιστροφή του στην αλήθεια του Χριστού και η ειλικρινής μετάνοιά του, τον οδήγησαν σε φρικτό μαρτύριο, το οποίο τον κατέταξε στην αγιασμένη χορεία των ομολογητών και Μαρτύρων της πίστεως.
Το μήνυμα που εκπέμπει ο βίος του Αγίου Ιακώβου του Πέρσου σχετίζεται με την δύναμη της μετανοίας, η οποία μπορεί να συγκλονίσει εσωτερικά τον άνθρωπο και να τον οδηγήσει, όχι απλά στην διόρθωση του βίου, αλλά και σ’ αυτήν ακόμα την αγιότητα. Η μετάνοια είναι η δυνατότητα που παρέχει ο Θεός, στον πεπτωκότα άνθρωπο ν’ αποκαταστήσει τη διασαλευμένη, λόγω της αμαρτίας, σχέση με Εκείνον. Είναι ένα Θεϊκό χάρισμα που εξαντλείται στα πλαίσια αυτής της ζωής, παρέχοντας στους ανθρώπους την ευχέρεια της επισήμανσης των λαθών και των πτώσεων και της διόρθωσής τους με τα μέσα και τις δυνατότητες που η Εκκλησία προτείνει.
Απαραίτητη προϋπόθεση, όμως, για την πραγμάτωση της μετανοίας είναι η αυτογνωσία, μια διαδικασία που απαιτεί εσωτερικό ηρωισμό και διάθεση από τον άνθρωπο να τα «βάλει» με τον εαυτό του, να επιχειρήσει μια δυναμική αναμέτρηση με το «εγώ» του, πολλές φορές, δραματική και επίπονη. Η κατάκτηση της αυτογνωσίας περνά μέσα από τη διαδικασία της αυτοεξέτασης και αυτομεμψίας, μέσα από τη ρεαλιστική αντιμετώπιση των κακώς κειμένων εντός μας και τη ριζοσπαστική απόφαση για αλλαγή πλεύσης και πορείας. Όσο κι αν ακούγεται ως κάτι απλό, η αλήθεια είναι πως απαιτεί κόπο πνευματικό, ταπείνωση και συντριβή καρδιάς, στοιχεία που δεν συνάδουν και τόσο με τον τρόπο ζωής στον οποίο όλοι μας, σχεδόν, έχουμε οδηγήσει τον εαυτό μας στην εποχή μας.
Είναι η εποχή της έπαρσης και της αλαζονείας, που χαρακτηρίζεται από την άμετρη διάθεση υποκατάστασης της παρουσίας του Θεού και της χάρης που Αυτός παρέχει. Η βούληση για αυτοκριτική και αυτοέλεγχο δεν υφίσταται, ίσως γιατί μάς «βολεύει» να μη δίνουμε λόγο σε κανέναν άλλο παρά μόνο στον εαυτό μας, ο οποίος, ούτως ή άλλως, είναι πολύ επιεικής και υποκειμενικός κριτής. Αλλά εκείνος που πιστεύει ότι τα πάντα δεν εξαντλούνται εδώ και ότι υπάρχει το αιώνιο μέλλον της Βασιλείας του Θεού για την κατάκτηση του οποίου πρέπει να εργαστεί σ’ αυτή τη ζωή, δε μπορεί παρά να σταθεί με πιο υπεύθυνο και σοβαρό τρόπο απέναντι στον εαυτό του και το Θεό, κάνοντας το παν για να γίνει δικός Του, οικείος Του. Είναι ο αγώνας να ξεπεράσει το πνεύμα της εποχής, να υπερνικήσει τα στεγανά του εγωισμού του και να νιώσει ότι το σήμερα και το αύριο αυτής της ζωής είναι τίποτα μπροστά στην αιωνιότητα και ότι το κλειδί για να ανοίξει τις πύλες της είναι μόνο η μετάνοια, προϊόν της προσωπικής του αυτογνωσίας, της αληθινής και ουσιαστικής γνώσης της ύπαρξής του.
Αποτέλεσμα της μετανοίας είναι η δημιουργία ενός νέου προσωπικού ήθους, ενός ανανεωμένου φρονήματος, η χάραξη μιας νέας, σωστής πνευματικής κατεύθυνσης, που πρέπει να συνοδεύει τον άνθρωπο μέχρι τη στιγμή του θανάτου. Να γιατί η μετάνοια είναι ευλογία του Θεού σε όλους μας, ένα χάρισμα -έκφραση της αστείρευτης αγάπης Του, η αξιοποίηση του οποίου σβήνει το παρελθόν και ανοίγει το δρόμο για το μέλλον. ΑΜΗΝ!

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΛΟΥΚΑ

Αγίου Πρόκλου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως
Η αναγνώριση της Παναγίας ως Θεοτόκου
Την αγία μορφή του μαθητού του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Αγίου Πρόκλου, προβάλει σήμερα η Εκκλησία μας, αγαπητοί μου, μία ημέρα προς της μεγάλης εορτής των Εισοδίων της Υπεραγίας Θεοτόκου. Ο Άγιος Πρόκλος εξελέγη Επίσκοπος Κυζίκου, καθώς, όμως, συγκυρίες της εποχής δεν τού επέτρεψαν ν’ ασκήσει εκεί τα ποιμαντικά του καθήκοντα, περιορίστηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου διακρίθηκε για την αγιότητα του βίου του και την ευγλωττία του στην διδαχή των Αγίων Γραφών. Δύο φορές παρ’ ολίγον να εκλεγεί Αρχιεπίσκοπος της πρωτεύουσας του Βυζαντίου, χωρίς, όμως, να το καταφέρει, λόγω πολιτικών παρεμβάσεων. Ουδέποτε, όμως, βαρυγκώμησε ή ενήργησε εις βάρος της ενότητας της Εκκλησίας. Την ίδια εποχή αντιτάχθηκε σθεναρά στις αιρετικές δοξασίες του Αρχιεπισκόπου Νεστορίου, ο οποίος ήταν ο εκλεκτός του αυτοκράτορα για τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Ο Νεστόριος αρνούνταν την ιδιότητα της Θεοτόκου στο πρόσωπο της Παναγίας, προκαλώντας σύγχυση στην Εκκλησία, διάσταση στον λαό του Θεού και παραχάραξη της ορθής πίστης. Ο Πρόκλος αντέκρουσε τις αιρετικές θέσεις του Νεστορίου, μάλιστα ενώπιόν του, με μία πανηγυρική ομιλία τα Χριστούγεννα του 428 και έγινε η αφορμή για την καταδίκη του αιρεσιάρχου από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο, που πραγματοποιήθηκε στην Έφεσο τρία χρόνια μετά. Η αγάπη και η αποδοχή του λαού προς το πρόσωπό του έγιναν αφορμή να αναδειχθεί, τελικά, Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, στον θρόνο της οποίας παρέμεινε για δώδεκα χρόνια έως τον ειρηνικό θάνατό του.
Οι αγώνες του Αγίου Πρόκλου για την αποκατάσταση της δογματικής αλήθειας γύρω από το πρόσωπο της Παναγίας μας και την αναγνώριση της ιδιότητάς της ως Θεοτόκου, μάς δίδει την αφορμή να αναφερθούμε σ’ αυτήν την ιδιότητα, την οποία η Εκκλησία αποδίδει στην Παρθένο Μαρία, θεωρώντας αίρεση την περί του αντιθέτου διδασκαλία.
Σύμφωνα με την Ορθόδοξη Θεολογία, η Παναγία αναγνωρίζεται ως Θεοτόκος, γιατί δεν γέννησε άνθρωπο κοινό, φθαρτό, κτιστό και θνητό. Δεν γέννησε έναν από τους μεγάλους μύστες της ανθρωπότητας, έναν κορυφαίο Προφήτη και Διδάσκαλο, σαν και πολλούς άλλους που έκαναν την εμφάνισή τους στην ιστορία. Όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως, γέννησε Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον Μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων…Θεόν αληθινόν, εκ Θεού αληθινού γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί… Η βασική αυτή δογματική αλήθεια της Ορθοδόξου Εκκλησίας πολεμήθηκε συστηματικά στη διάρκεια και εξέλιξη της Χριστιανικής ιστορίας, αλλά και παραποιήθηκε μέσα στους κόλπους και αυτής της Χριστιανικής Εκκλησίας, όπου άλλες Ομολογίες ανυψώνουν την Μαρία με υπερβολικό και αυθαίρετο τρόπο, αποδίδοντας στο πρόσωπό της ιδιότητες που δεν έχει και άλλες την υποβιβάζουν, απογυμνώνοντάς την από την βασική της ιδιότητα, αυτήν της Θεοτόκου. Προς όλους αυτούς ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος φέρεται με ιδιαίτερη αυστηρότητα και επιτιμητική διάθεση, χαρακτηρίζοντάς τους «αθέους»: «Όποιος δε θεωρεί Θεοτόκο την αγία Μαρία, είναι άσχετος με την θεότητα. Όμοια άθεος είναι όποιος λέγει ότι ο Χριστός πέρασε από την Παρθένο σαν από σωλήνα και δεν διαμορφώθηκε μέσα σε αυτήν συνάμα ως Θεός και ως άνθρωπος (ως Θεός επειδή δεν μεσολάβησε άνδρας, ως άνθρωπος διότι συμμορφώθηκε στον νόμο της κυήσεως)». Με άλλα λόγια, η αναγνώριση της Παναγίας ως Θεοτόκου σημαίνει ταυτόχρονη αναγνώριση του Ιησού Χριστού ως Θεού και Σωτήρα του κόσμου. Γι’ αυτό δε μπορεί να υπάρξει μέλος της Εκκλησίας το οποίο να αρνείται στην Παναγία την ιδιότητα της Θεοτόκου, γιατί, με τον τρόπο αυτό δηλώνει απιστία στην Θεότητα του Ιησού Χριστού.
Η ιδιότητα της Μαρίας ως Θεοτόκου την καθιστά αυτοδικαίως και Παναγία ή Υπεραγία, δηλ. πάνω από όλους τους Αγίους, τους Οσίους, τους Μάρτυρες και Ομολογητές της Εκκλησίας μας. Στην αγιότητα δεν ξεχωρίζουν ούτε οι Δώδεκα Απόστολοι, ούτε ο Τίμιος Πρόδρομος, που στάθηκε, κατά τον λόγο του Χριστού, ο εν γεννητοίς γυναικών μείζων. Αλλά, όπως γλαφυρά περιγράφει ο Φώτης Κόντογλου, «σύ Θεοτόκε, τιμήθηκες περισσότερον από όλους και αξιώθηκες να δανείσεις σάρκα από την σάρκα σου εις τον Υιόν του Θεού και διά τούτο εξαιρέτως λέγεσαι Παναγία και Υπεραγία και, παρότι είσαι άνθρωπος γεννημένος από ανθρώπους, είσαι, όμως, κατά τα λόγια του αγγέλου “τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξωτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ”».
Είθε, αδελφοί μου, η χάρις της Υπεραγίας Θεοτόκου, διά πρεσβειών του σήμερα εορταζομένου Αγίου Πρόκλου, να κατευθύνει τα διανοήματά μας με τέτοιο τρόπο, ώστε να πιστεύουμε και να ζούμε πάντοτε Ορθοδόξως. ΑΜΗΝ!

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΑΓΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ

ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΑΓΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ
ΠΡΟΣΤΑΤΟΥ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ
(εορτάζει το παρεκκλήσιο στο γυναικωνίτη)
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΟΡΤΑΣΜΟΥ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 25 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ώρα 5:00 μ.μ.  Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός μετ’ αρτοκλασίας και θείου κηρύγματος
ώρα 8:30 μ.μ.  Ιερά Αγρυπνία
ΣΑΒΒΑΤΟ 26 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ώρα 7:00 π.μ.  Όρθρος – Πανηγυρική Θεία Λειτουργία μετά και θείου κηρύγματος
ώρα 5:00 μ.μ.  Εσπερινός - Παράκληση στον Άγιο Στυλιανό - Εσπερινό κήρυγμα από τον π. Ανανία Κουστένη με θέμα: «Ο Άγιος Στυλιανός, προστάτης των παιδιών»

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου,
Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως
Ο Χρυσορρήμων Ιωάννης
Τον φωστήρα του στερεώματος των Αγίων, τον στύλο και το εδραίωμα της Ορθοδοξίας και οικουμενικό διδάσκαλο Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως τιμά σήμερα η Εκκλησία μας, αγαπητοί μου. Ο Χρυσορρήμων Ιωάννης, με τους λόγους και τη ρητορική του δεινότητα, με τη σαφήνεια και την κομψότητα της εκφράσεως, υπερέβαλε όλους τους σοφούς και ρήτορες των Ελλήνων. Διασαφήνισε και ερμήνευσε τόσο τέλεια την Αγία Γραφή όσο κανένας άλλος και συνέβαλε τόσο πολύ στην ερμηνεία και προβολή του Ευαγγελικού κηρύγματος ώστε ν’ αναγκάσει πολλούς να πουν πως αν δεν εμφανιζόταν αυτός ο Άγιος, έπρεπε ο Χριστός να κατεβεί στη γη για δεύτερη φορά και να κηρύξει και πάλι το Ευαγγέλιό του στους ανθρώπους. Μέγιστος στην αρετή, στην πράξη και στη θεωρία έφθασε σε τέτοιο ύψος ώστε υπερέβαλε τους πάντες και χρημάτισε πηγή ελεημοσύνης και αγάπης, όντας αξιοζήλευτο παράδειγμα φιλαδέλφου ποιμένος και διδασκάλου. Παροιμιώδης για τη μαχητικότητά του θα παραμείνει η σύγκρουσή του προς το αμαρτωλό πολιτικό κατεστημένο της εποχής, που το εκπροσωπούσε η αυτοκράτειρα Ευδοξία. Δείκτης της πίστεως και της αγωνιστικότητάς του οι αλλεπάλληλες εξορίες και ο, εν μέσω κακουχιών, θάνατός του.
Τιμούμε σήμερα τον πρύτανη αυτόν της Πατερικής Θεολογίας για τρεις, κυρίως, λόγους: Ο πρώτος είναι γιατί ο Ιωάννης υπήρξε και είναι ο μεγαλύτερος ερμηνευτής των Αγίων Γραφών. Η παράδοση διασώζει ότι «ο μαθητής του Πρόκλος μία νύκτα κοίταξε κρυφά στο κελί του Ιωάννου και είδε ότι ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος στεκόταν στο πλάι του και του υπαγόρευε την ερμηνεία των Επιστολών του». Ο ίδιος θεωρεί την μελέτη της Αγίας Γραφής συνομιλία με τον Θεό και επισημαίνει την πολλαπλή ωφέλειά της: «Μεγάλο κέρδος έχουμε από την Αγία Γραφή και διαρκής η ωφέλειά της… Οι Άγιες Γραφές είναι θησαυρός κάθε είδους φαρμάκων. Θέλεις να εξαφανίσεις την αλαζονεία; Να κοιμίσεις την κακή σου επιθυμία; Να υπερνικήσεις το πάθος της φιλαργυρίας; Να μη λυγίσεις στον πόνο; Να έχεις αποθέματα υπομονής; Να έχεις αληθινή χαρά; Όλα αυτά με την Γραφή θα τα πετύχεις».
Ο δεύτερος λόγος της τιμής μας στον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο είναι ότι αναμετρήθηκε, με παρρησία και ποιμαντική ευθύνη, με τις φαύλες κοσμικές δυνάμεις, χάριν του ποιμνίου του. Πολέμησε την φαυλότητα και την ασυδοσία της πολιτικής εξουσίας, όρθωσε το ανάστημά του στους κακούς και φαύλους κληρικούς, προασπιζόμενος το ήθος και την τάξη στην Εκκλησία, ενώ αγωνίστηκε για την αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης, στηλιτεύοντας πρακτικές προκλητικού πλουτισμού ολίγων εις βάρος των πολλών. Ο ίδιος, αναφερόμενος στη στάση του αυτή σημειώνει: «…πολλοί με κατηγορούν λέγοντάς μου πάντοτε, γίνεσαι ενοχλητικός στους πλουσίους. Αλλά κι εκείνοι ενοχλούν πάντοτε τους φτωχούς. Εγώ όντως ενοχλώ τους πλουσίους, αλλά όχι τους πλουσίους γενικά, αλλά εκείνους που κακώς χρησιμοποιούν τον πλούτο. Γιατί πάντοτε υποστηρίζω ότι δεν κατηγορώ τον πλούσιο, αλλά τον άρπαγα… Είσαι πλούσιος; Δεν σ’ εμποδίζω. Είσαι άρπαγας; Σε κατηγορώ. Έχεις τα δικά σου; Απόλαυσέ τα. Παίρνεις των άλλων; Δεν σιωπώ. Θέλεις να με κατηγορήσεις; Είμαι πρόθυμος να χύσω το αίμα μου, αρκεί να αποτρέψω την αμαρτία σου».
Τιμούμε, τέλος, τον ιερό Χρυσόστομο γιατί, παρά την καταφορά και τις διώξεις που υπέστη από την πολιτική αυθαιρεσία και το εκκλησιαστικό κατεστημένο της εποχής του, δεν υπέστειλε την σημαία του αγώνα για την προάσπιση της αλήθειας και τα δικαιώματα του ποιμνίου του. O αγώνας του ήταν ο προάγγελος ανάλογων αγώνων και κοπιαστικών προσπαθειών μεγάλων ανδρών της Εκκλησίας, στο πέρασμα της ιστορίας, που δε δίστασαν και δε διστάζουν να αντιταχθούν σε οποιονδήποτε εργάζεται εις βάρος των λαών και καταπατά αυτονόητα και στοιχειώδη δικαιώματα ζωής, πίστεως και αυτοδιάθεσης. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έμεινε ελεύθερος. Δε σκλαβώθηκε σε πρόσωπα, δεν υποτάχθηκε σε εξουσίες, δεν κρύφτηκε πίσω από τα αξιώματα. Γι’ αυτό παραμένει αιώνιο και αξεπέραστο πρότυπο ζωής και Εκκλησιαστικής μαρτυρίας. ΑΜΗΝ!